Συνεχίζω...Μπαίνουμε λοιπόν στην ουρά και περιμένουμε.
Όση ώρα περιμένουμε, πίσω από τα γκισέ ένας φωτεινός πίνακας αναβοσβήνει. «Οι επιβάτες της πτήσης τάδε, θα πάρουν τις βαλίτσες τους από το διάδρομο 4»...Μέχρι δε να φτάσουμε, περνάμε πινακίδες του στυλ: ΜΗΠΩΣ ΕΧΕΤΕ ΚΑΠΟΙΑ ΜΕΤΑΔΟΤΙΚΗ ΑΣΘΕΝΕΙΑ?
ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΓΙΑ ΤΗ ΝΟΣΟ ΤΩΝ ΠΤΗΝΩΝ? Και ναααααααα μια φωτογραφία ενός παπαγάλου δίπλα...
Αααααααααααααααα...Ρε ετούτοι είναι άρρωστοι, μα την αλήθεια...Τέσπα...
Η ουρά λειτουργεί σαν σαλίγκαρος. Όταν ελευθερώνεται ένα γκισέ, πας εκεί. Φτάνουμε μετά από κάνα μισάωρο μπροστά-μπροστά. Ο φωτεινός πίνακας εξακολουθεί να αναβοσβήνει κοροϊδεύοντάς μας για τις ώρες που περιμένουμε...
Εκεί είναι ένας κύριος που διευκολύνει την κυκλοφορία και τους έχοντες απορίες. Εμείς δεν είχαμε, είχαμε τα χαρτιά έτοιμα. Μας στέλνει ο κύριος σε ένα γκισέ που ήδη απασχολούσε έναν επισκέπτη. Μπροστά έχει μια κίτρινη γραμμή. Μέγα έγκλημα να την πατήσεις. Λες και άμα την πατούσα, θα πυροδοτούσα εκρηκτικό μηχανισμό. Ο κύριος ήταν υπεύθυνος και γι΄ αυτό. Να μην πατήσεις την κίτρινη γραμμή. Ίσα ρε μεγάλε! Άλλη όρεξη δεν είχα...
Φτάνει η σειρά μας και πάμε πακέτο στον έγχρωμο κύριο του γκισέ.
-Καλημέρα, χαμογελώντας εμείς.
-Άχνα αυτός.
-Ωχ μέσα μας εμείς, σε στραβάδι πέσαμε...
Κοιτάει τα χαρτιά και λέει:
-Αυτά τα χαρτιά είναι λάθος.
Γλουπ!
-Η Ελλάδα δεν είναι μέσα στις χώρες που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν κάτι τέτοια συμφωνία...
Ξαναγλουπ!
-Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί σας έδωσαν αυτά τα χαρτιά να συμπληρώσετε...
Ξαναματαγλουπ!
Και κάνει μια χρααααααααααατς και σκίζει με μιας όλα τα χαρτιά!
Καλέεεεεεεεεεεεεεεεεεεε! Μία ώρα γράφαμε!!! Πώς τα σκίζεις έτσι άπονε;;;;
Φυσικά όλα αυτά τα λέγαμε μέσα μας. Σιγά μην τα λέγαμε απόξω μας. Άλλη όρεξη δεν είχαμε, να κάτσουμε 2-3 ώρες στο τελωνείο να παίζουμε α μπε μπα μπλομ. Σκεφτείτε δε ότι φτάσαμε μετά τις 3 το μεσημέρι τοπική ώρα, δλδ για μας, ήταν ήδη 10 το βράδυ και είχαμε ξυπνήσει από τις 4 τις προηγουμένης. Όσο πιο γρήγορα ξεμπερδεύαμε, τόσο καλύτερα.
-Ξέρετε, λέμε...αυτά μας έδωσαν στο αεροπλάνο...
-Ναι αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί σας τα έδωσαν...Και συνεχίζει το χρατς χρουτς
-Και τι μπορούμε να κάνουμε τώρα; Ρωτάμε ευγενικά...
Τώρα λέει θα συμπληρώσετε ξανά από την αρχή το πράσινο (καλά θυμάμαι;) έντυπο.
-Και που θα το βρούμε αυτό;
-Θα το βρείτε εκεί στην αρχή στα γκισέ...
Κοιτάζουμε 4 ζευγάρια μάτια πού είναι η αρχή και βλέπουμε ότι πρέπει να ξαναπάμε πίιιιιιιιιιιιιιισω από όλους αυτούς και να τα ξαναγράψουμε...Εγκεφαλικό!
Τολμώ και ρωτώ:
Αφου τα γράψουμε, θα ξαναπεριμένουμε πάλι σ’ αυτή την ουρά;;;
-Όχι, λέει, θα έρθετε σε κάποιο γκισέ χωρίς σειρά.
Πάλι καλά, λέμε. Περνάει το εγκεφαλικό...
Ο φωτεινός πίνακας συνεχίζει να μας ειδοποιεί για τις βαλίτσες. Κλαψ...οι βαλιτσούλες μας!
Άντε ξανά μανά πίσω. Πάμε στα γκισέ. Της λέμε τι έχει συμβεί. Μας λέει πάρτε απ’ αυτά και συμπληρώστε τα. Πάμε σε μια μεριά ήσυχη να τα συμπληρώσουμε, κοιτάμε το πρώτο, στα αγγλικά. Κοιτάμε το δεύτερο, στα ισπανικά... Αρχίζω και τα παίρνω. Ισπανικά ρε φίλε, δεν έμαθα ακόμα. Αγγλικά και ιταλικά σου κάνουν;
Συμπλήρωνε εσύ, λέω του σύζυξ και πάω να φέρω φυλλάδια στα αγγλικά.
Πάω, της τα αφήνω, αυτά της λέω είναι στα ισπανικά. Αγγλικά έχετε; Μου λέει πάρτε από το άλλο γκισε...
*&^&&&()*_)(+(_)(**&^%$##$@ (βρισιές)
Πάω, παίρνω, συμπληρώνουμε..
Άντε ξανά μανά:
Ποιος είσαι, που πας, που θα μείνεις, πόσο συχνά το κάνεις (λέμε τώρα), σπόροι, κατοικίδια, αρρώστιες όξω από μας, κλπ κλπ...
Τα συμπληρώνουμε ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ και πάμε να περάσουμε μπροστά. Μας βλέπει μια κυρία που πάμε να περάσουμε μπροστά και λέει:
-Που πάτε;
-Το και το.
-Περάστε μπροστά.
Παρακαλάμε να μην πέσουμε παλι στον ξινισμένο κύριο και βρει κάτι και μας ξαναστείλει πίσω.
Πλησιάζουμε σε ένα γκισέ με ένα παιδαρέλι, δε θα ήτο πάνω από 25-27 χρονών. Εδώ είμαστε λέω. Όλο και καλύτερα θα είναι, δε μπορεί!
Φτάνουμε πάλι πακέτο μπροστά του και αρχίζει ο διάλογος.
Εδώ αρχίζει για πολλοστή φορά το ίδιο κόσκινο.
Ποιοι είστε; Που πάτε; Που θα μείνετε; Που τους ξέρετε; Τι δουλειά κάνουν; Που μένουν; Πως τους γνωρίσατε; Καλά, μιλάμε, είχαμε μάθει το ποίημα απόξω. Τη διεύθυνση της Σοφίας την έμαθα απόξω κι ανακατωτά τόσες φορές που την έγραψα και την είπα.
Και φτάνουμε εκεί που έγινε το γέλιο.
-Τι δουλειά κάνετε;
-Μπετατζής (δεν είμαι μπετατζής, αλλά το λέω για παράδειγμα).
-Και γιατί ήρθατε εδώ;
-Για διακοπές και για να βαφτίσω το παιδί της φίλης μου.
Εδώ, έγινε το μπέρδεμα και το αστείο. Εννοείται ότι ο διάλογος γινόταν στα αγγλικά (όλοι οι διάλογοι), οπότε εγώ είπα: I will baptize my friend’ s son. Και μου κάνει την κουφή ερώτηση την οποία δεν άκουσα:
-Θα βαφτίσεις το παιδί της φίλης σου;
-Ναι!
-Και τι είσαι; παπάς; (αυτό δεν το άκουσα, άκουσα μόνο το «τι είσαι»)
-Όχι, μπετατζής, απαντώ φυσικά εγώ.
-Και βαφτίζουν οι μπετατζήδες παιδιά; Ρωτάει, εννοώντας αν έχουν την ιδιότητα που έχει κι ένας παπάς.
-Γιατί; Λέω εγώ; Δε βαφτίζουν; (εκεί πρέπει να άρχισε να καραφλιάζει)
-Βαφτίζουν; Απορεί!
-Αν έχουν το ίδιο θρήσκευμα, βαφτίζουν λέω εγώ σθεναρά (η θρησκεία είναι μεγάλο όπλο για δικαιολογία εκεί)
Κουφαίνεται και καραφλιάζει ο άνθρωπος, γιατί σου λέει ετούτη είναι λόλα κανονική και φαίνεται ότι που και που φοράει και ράσα και κάνει τον παπά. Και αλλάζει κουβέντα.
Πάει σε άλλες ερωτήσεις:
-Πόσο θα μείνετε;
-3 βδομάδες.
-Φέρνετε τσιγάρα μαζί;
-Φέρνουμε.
-Πόσα;
-3 πακέτα μονά εγώ και μια κούτα ο άντρας μου. (Μήπως και που τα φέραμε μπορούσαμε να τα καπνίσουμε νομίζετε; ΠΑΝΤΟΥ απαγορευόταν!!!)
-Πόσα λεφτά φέρνετε;
Χμμμμμμ μούμπλε, ντούμπλε, Βγάζουμε δάχτυλα, μετράμε, δε φτάνουν των χεριών, βγάζουμε κάλτσες, μετράμε ποδιών, του λέμε: τόσα.
Μας είδε που σκεφτόμασταν και λέει:
-Είστε σίγουροι ότι είναι τόσα; Αν είναι πάνω από 10.000 δολάρια πρέπει να το πείτε τώρα.
Σιγά ρε φίλε μην έφερα και όλη μου την περιουσία στην Αμερική.
-Δεν είναι, του λέμε.
-Και τι θα τα κάνετε; (εδώ με είχε δασκαλέψει η φίλη μου τι θα πω σε διάφορες ερωτήσεις)
Του δείχνω την κόρη μου και του λέω:
-Πλλλλλάκα με κάνεις; Έχω μια 16χρονη κόρη και ρωτάς τι θα τα κάνω; Shopping φυσικά και τουρισμό!
Εκεί δεν άντεξε, έβαλε τα γέλια.
Μετά, συνέχισε βάζοντάς μας να κοιτάξουμε σε ένα φακό (καταγράφουν την ίριδα του ματιού). Μας πετάει και το κουφό ότι δε μας βρίσκει στο σύστημα, σαν αν μη βγάλαμε βίζες στην Ελλάδα, παθαίνουμε 2ο εγκεφαλικό, αλλά κάπου εκεί βρίσκει το σύστημα τον άντρα μου. Το γλιτώσαμε λέω. Ετούτοι είναι ικανοί να σε στείλουν πίσω στην Ελλάδα για βίζα.
Φέρνετε λέει κάτι πολύτιμο και ακριβό;
Το σταυρό που θα κάνω το βαφτίσι λέω.
Μ......ς ήταν να ανοίξει κουβέντα πάλι για βαφτίσι; Το προσπέρασε!
Αφού λοιπόν μας κατέγραψε και κράτησε ό,τι στοιχεία ήθελε επιτέλους μας άφησαν να περάσουμε...
Πήγαμε να πάρουμε τις βαλίτσες μας με την απορία α) αν θα είχαν έρθει όλες (είχαμε ακούσει πολλά για την Αλιτάλια) και βου) αν θα ήταν εκεί μετά από μια-μιάμιση ώρα που φάγαμε με το κουβεντολόι.
Οι βαλίτσες μας ήταν εκεί όλες (άξια η αλιτάλια) και ψάχναμε την έξοδο να βγούμε. Βρε από δω είναι η έξοδος, βρε από κει είναι η έξοδος, που είναι η έξοδος; Οεο; Κοιτάζαμε σαν το χωριάτη που έφυγε πρώτη φορά από το χωριό και πήγε στην πόλη.
Βλέπουμε έναν υπάλληλο και ρωτάμε:
-Πως μπορούμε να βγούμε από δω μέσα;
Νομίζετε ότι τελειώσαμε με τις ερωτησούλες; ΧΑ! Αμ δε!
Ρωτάει ευγενέστατα ο υπάλληλος:
-Πήρατε όλα τα πράγματά σας;
-Yes we did.
Όλα κι όλα αυτά έχετε;
-Yes, that’s all we have.
Μήπως φέρνετε κάποιο τρόφιμο μέσα στις βαλίτσες σας;
&*&^%^%$%#%$&^^(**_)(_)$%^%@#@
-No, we don’t.
Από πού έρχεστε;
-Από την Ελλάδα.
Κι εκεί πέφτει ευγενέστατα η ερώτηση-παγίδα:
-Και δε φέρνετε ούτε μέλι;
-Ούτε μέλι...
-Μα όποιος έρχεται από την Ελλάδα φέρνει μέλι!
Σε κείνο το σημείο είπα μέσα μου ότι δε θα μας κρατήσεις εδώ τώρα εσύ φίλε να καθόμαστε να λέμε για μελισσούλες και ζουζουνάκια.
-Άκου να σου πω φίλε μου, του λέω. Πριν έρθω εδώ και πάω στη φίλη μου, η φίλη μου με συμβούλεψε να μη φέρω ούτε ένα τρόφιμο στην Αμερική γιατί απαγορεύεται να μπάζεις τρόφιμα και θα μου τα κρατούσαν όλα στο τελωνείο. Έτσι, δε φέραμε τίποτα.
-Πολύ καλή συμβουλή σας έδωσε η φίλη σας – μου λέει και μας δείχνει την έξοδο.
-Κάτι καραμέλες για το λαιμό και τσίχλες έχω, λέω, πειράζουν;
-Καθόλου δεν πειράζουν κυρία μου, καλά να περάσετε στις διακοπές σας, μου λέει και κατευθυνόμαστε στην πόρτα.
Επιτέλους, όλη η γραφειοκρατία μετά από μιάμιση ώρα είχε τελειώσει. Η περιπέτεια είχε ήδη αρχίσει...
Ξαναλέω: Μπορεί όλο αυτό να ήταν ολίγον ενοχλητικό, να λες και να ξαναλές τα ίδια πράγματα, αλλά αν και στην Ελλαδίτσα μας γίνονταν μερικοί έλεγχοι, δε θα ήταν τώρα "μπάτε σκύλοι αλέστε..."
τρελή περιπέτεια. ευτυχώς που απλώς την διάβασα και δεν την έζησα. ίσως τώρα ίσωε ακόμα να έτρεχε η ελληνική πρεσβεία να με ξελασπώσει.
ReplyDeleteDeli,τι απολαυστική περιγραφή!Την απόλαυσα,πραγματικά κωμικοτραγικές καταστάσεις.Τουλάχιστον άξιζε όλη αυτή η ταλαιπωρία,αφού πέρασες καλά.
ReplyDeleteΕντάξει, μ' έπεισες, δεν πάω:)
ReplyDeleteΑϊ, κ'ρούνα μ'...
ReplyDeleteχαχαχα!
ReplyDeleteκαλέ αλήθεια είπες του ανθρώπου ότι είσαι μπετατζής νονά ?
ακόμα γελάω ....έχεις και αλλες τέτοιες ιστορίες?
Υποψιάζομαι ότι οι τελωνιακοί υπάλληλοι στην Αμερική τρώνε το καλύτερης ποιότητας μέλι στη χώρα!
ReplyDeleteΒαγγέλη, δυστυχώς, όλα αυτά που ζητάνε πια, έχει καταστήσει αδύνατον να πάει κάποιος που δε γνωρίζει τη γλώσσα...
ReplyDeleteΕλένη, όλα ξεχάστηκαν την ίδια στιγμή. Τώρα γελάω φυσικά...
Λάκη, να πας σε λέωωωω!
Κωνσταντίνε, χαχαχαχα!
Νατάσσα, γιατί καλε να μην το πω; Ιστορίες; Πάντα έχω ιστορίες! Έχω 2 συναδέλφους που υποστηρίζουν ότι θα έπρεπε να έχω μια ραδιοφωνική εκπομπη, χωρίς απαράιτητα θέμα. Απλά να με αφήνουν να μιλάω. Μήπως κατάλαβες τώρα γιατί; χεχε!
Σοφία, ΜΑΓΟΣ ΕΙΣΑΙ??? Χαχαχα!
Έχω διαίσθηση παιδί μου!!
ReplyDeleteΣοφία :-)
ReplyDeleteΣυμφωνώ μαζί σου στο θέμα των ελέγχων, αλλά φαντάζεσαι τους Ελληνάρες τι καυγάδες θα έκαναν με τόση ορθοστασία και τόσες ερωτήσεις!;
ReplyDeleteΥπέροχη ανάρτηση, είμαι στη δουλειά και με βλέπουν οι υπόλοιποι που γελάω!
ΥΣ: Την ευχή σου, πάτερ! Μη πάει και τσάμπα η χειροτόνηση!
Αν σου χάρισα γέλιο πολύ χαίρομαι τέκνον μου. Την ευλογία μου!
ReplyDelete